Επιλογή Σελίδας

ΣΥΜΒΑΣΗ

ΜΕΤΑΞΥ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΔΟΥΚΑΣΙΟΥ ΤΟΥ ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ΤΗΣ ΟΥΚΡΑΝΙΑΣ
ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΠΟΦΥΓΗ ΤΗΣ ΔΙΠΛΗΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΝ ΠΡΟΛΗΨΗ ΤΗΣ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗΣ ΔΙΑΦΥΓΗΣ ΟΣΟΝ ΑΦΟΡΑ
ΦΟΡΟΙ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ

 

Η κυβέρνηση του Μεγάλου Δουκάτου του Λουξεμβούργου και η κυβέρνηση της Ουκρανίας,

επιθυμώντας τη σύναψη σύμβασης για την αποφυγή της διπλής φορολογίας και την πρόληψη της φοροδιαφυγής όσον αφορά τους φόρους εισοδήματος και κεφαλαίου,

και επιβεβαιώνοντας την προσπάθειά τους για ανάπτυξη και εμβάθυνση των αμοιβαίων οικονομικών σχέσεων, συμφώνησαν ως εξής:

Άρθρο 1

Προσωπικό πεδίο εφαρμογής

Η παρούσα Σύμβαση εφαρμόζεται σε πρόσωπα που είναι κάτοικοι ενός ή και των δύο Συμβαλλόμενων Κρατών.

Άρθρο 2

Καλυπτόμενοι φόροι

  1. Η παρούσα Σύμβαση εφαρμόζεται στους φόρους εισοδήματος και κεφαλαίου που επιβάλλονται για λογαριασμό ενός Συμβαλλόμενου Κράτους ή των πολιτικών υποδιαιρέσεων ή των τοπικών αρχών του, ανεξάρτητα από τον τρόπο με τον οποίο επιβάλλονται.

 

  1. Ως φόροι εισοδήματος και κεφαλαίου θεωρούνται όλοι οι φόροι που επιβάλλονται στο συνολικό εισόδημα, στο συνολικό κεφάλαιο ή σε στοιχεία εισοδήματος ή κεφαλαίου, συμπεριλαμβανομένων των φόρων επί των κερδών από την εκποίηση κινητής ή ακίνητης περιουσίας και των φόρων επί των συνολικών ποσών μισθών ή μισθούς που καταβάλλονται από τις επιχειρήσεις.

 

  1. Οι υφιστάμενοι φόροι που αποτελούν αντικείμενο αυτής της Σύμβασης είναι:

α) στην περίπτωση της Ουκρανίας:

(i) ο φόρος επί των κερδών των επιχειρήσεων· και

(ii) ο φόρος εισοδήματος φυσικών προσώπων.

(εφεξής «ουκρανικός φόρος»)·

β) στην περίπτωση του Μεγάλου Δουκάτου του Λουξεμβούργου:

(i) ο φόρος εισοδήματος φυσικών προσώπων·

(ii) ο εταιρικός φόρος·

(iii) ο φόρος επί των αμοιβών των διευθυντών εταιρειών.

(iv) ο φόρος κεφαλαίου. και

(v) τον κοινοτικό φόρο εμπορίου.

(εφεξής «φόρος Λουξεμβούργου»).

  1. Η Σύμβαση εφαρμόζεται επίσης σε οποιουσδήποτε πανομοιότυπους ή ουσιαστικά παρόμοιους φόρους που επιβάλλονται από ένα από τα Συμβαλλόμενα Κράτη μετά την ημερομηνία υπογραφής της παρούσας Σύμβασης επιπλέον ή αντί των υφιστάμενων φόρων. Οι αρμόδιες αρχές των Συμβαλλόμενων Κρατών θα κοινοποιούν η μία την άλλη για οποιεσδήποτε ουσιαστικές αλλαγές έχουν γίνει στην αντίστοιχη φορολογική νομοθεσία τους.

 

Άρθρο 3

Γενικοί ορισμοί

  1. Για τους σκοπούς της παρούσας Σύμβασης, εκτός εάν το πλαίσιο απαιτεί διαφορετικά:

α) ο όρος “Ουκρανία” όταν χρησιμοποιείται με γεωγραφική έννοια, σημαίνει το έδαφος της Ουκρανίας, την υφαλοκρηπίδα και την αποκλειστική (θαλάσσια) οικονομική ζώνη της, συμπεριλαμβανομένης οποιασδήποτε περιοχής εκτός της χωρικής θάλασσας της Ουκρανίας, η οποία σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο έχει ή μπορεί στο εξής να ορίζεται ως περιοχή εντός της οποίας μπορούν να ασκούνται τα δικαιώματα της Ουκρανίας όσον αφορά τον θαλάσσιο βυθό και το υπέδαφος και τους φυσικούς πόρους τους·

β) ο όρος “Λουξεμβούργο” όταν χρησιμοποιείται με γεωγραφική έννοια, σημαίνει το έδαφος του Μεγάλου Δουκάτου του Λουξεμβούργου·

γ) ο όρος «εθνικός» σημαίνει:

(i) κάθε φυσικό πρόσωπο που έχει την ιθαγένεια ενός Συμβαλλόμενου Κράτους·

(ii) κάθε νομικό πρόσωπο, εταιρική σχέση ή ένωση που αντλεί την ιδιότητά του ως τέτοια από τους νόμους που ισχύουν σε ένα Συμβαλλόμενο Κράτος·

 

δ) οι όροι “ένα συμβαλλόμενο κράτος” και “το άλλο συμβαλλόμενο κράτος” σημαίνουν την Ουκρανία ή το Λουξεμβούργο, όπως απαιτεί το πλαίσιο.

ε) ο όρος “πρόσωπο” περιλαμβάνει ένα φυσικό πρόσωπο, μια εταιρεία και οποιοδήποτε άλλο σώμα προσώπων·

στ) ο όρος «εταιρεία» σημαίνει κάθε εταιρικό φορέα ή οποιοδήποτε νομικό πρόσωπο που αντιμετωπίζεται ως εταιρικό σώμα για φορολογικούς σκοπούς·

ζ) οι όροι “επιχείρηση ενός Συμβαλλόμενου Κράτους” και “επιχείρηση του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους” σημαίνουν αντίστοιχα μια επιχείρηση που ασκείται από κάτοικο ενός Συμβαλλόμενου Κράτους και μια επιχείρηση που ασκείται από κάτοικο του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους.

η) ο όρος “διεθνής κυκλοφορία” σημαίνει οποιαδήποτε μεταφορά με πλοίο, σκάφος ή αεροσκάφος που εκμεταλλεύεται επιχείρηση ενός Συμβαλλόμενου Κράτους, εκτός εάν το πλοίο, το σκάφος ή το αεροσκάφος εκτελούνται αποκλειστικά μεταξύ τόπων στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος.

θ) ο όρος “αρμόδια αρχή” σημαίνει, στην περίπτωση της Ουκρανίας, το Υπουργείο Οικονομικών της Ουκρανίας ή τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του και, στην περίπτωση του Λουξεμβούργου, τον Υπουργό Οικονομικών ή τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του.

 

  1. Όσον αφορά την εφαρμογή της Σύμβασης ανά πάσα στιγμή από ένα Συμβαλλόμενο Κράτος, οποιοσδήποτε όρος που δεν ορίζεται σε αυτήν, θα έχει, εκτός εάν το κείμενο απαιτεί διαφορετικά, την έννοια που είχε εκείνη τη στιγμή σύμφωνα με το δίκαιο αυτού του Κράτους για τους σκοπούς των φόρων στους οποίους ισχύει η Σύμβαση. Οποιαδήποτε έννοια σύμφωνα με την ισχύουσα φορολογική νομοθεσία αυτού του Κράτους υπερισχύει της έννοιας που αποδίδεται στον όρο σύμφωνα με άλλους νόμους αυτού του Κράτους.

 

Άρθρο 4

Κάτοικος

  1. Για τους σκοπούς της παρούσας Σύμβασης, ο όρος “κάτοικος ενός Συμβαλλόμενου Κράτους” σημαίνει οποιοδήποτε πρόσωπο που, σύμφωνα με τη νομοθεσία αυτού του Κράτους, υπόκειται σε φορολογία σε αυτό λόγω της κατοικίας, της κατοικίας, του τόπου διεύθυνσής του, του τόπου εγγραφής του ή οποιουδήποτε άλλου άλλο κριτήριο παρόμοιας φύσης και περιλαμβάνει επίσης αυτό το Κράτος και οποιαδήποτε πολιτική υποδιαίρεση ή τοπική αρχή αυτού. Αλλά αυτός ο όρος δεν περιλαμβάνει οποιοδήποτε πρόσωπο που υπόκειται σε φορολογία σε αυτό το Κράτος όσον αφορά μόνο εισόδημα από πηγές σε αυτό το Κράτος ή κεφάλαιο που βρίσκεται σε αυτό.

 

  1. Όταν, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, ένα φυσικό πρόσωπο είναι κάτοικος και των δύο Συμβαλλόμενων Κρατών, τότε η ιδιότητά του καθορίζεται ως εξής:

α) θα θεωρείται ότι είναι κάτοικος του Συμβαλλόμενου Κράτους στο οποίο έχει στη διάθεσή του μόνιμη κατοικία· εάν έχει στη διάθεσή του μόνιμη κατοικία και στα δύο Συμβαλλόμενα Κράτη, θα θεωρείται κάτοικος του Συμβαλλόμενου Κράτους με το οποίο είναι στενότερες οι προσωπικές και οικονομικές του σχέσεις (κέντρο ζωτικών συμφερόντων).

β) εάν το Συμβαλλόμενο Κράτος στο οποίο έχει το κέντρο των ζωτικών του συμφερόντων δεν μπορεί να προσδιοριστεί, ή εάν δεν έχει μόνιμη κατοικία στη διάθεσή του σε κανένα από τα Συμβαλλόμενα Κράτη, θα θεωρείται ότι είναι κάτοικος μόνο του Συμβαλλόμενου Κράτους στο οποίο έχει μια συνήθη διαμονή?

γ) εάν έχει συνήθη διαμονή και στα δύο Συμβαλλόμενα Κράτη ή σε κανένα από αυτά, θα θεωρείται ότι είναι κάτοικος μόνο του Συμβαλλόμενου Κράτους του οποίου είναι υπήκοος.

δ) εάν είναι υπήκοος και των δύο Συμβαλλόμενων Κρατών ή κανενός από αυτά, οι αρμόδιες αρχές των Συμβαλλόμενων Κρατών θα διευθετήσουν το ζήτημα με αμοιβαία συμφωνία.

 

  1. Εάν, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του παρόντος Άρθρου, ένα πρόσωπο διαφορετικό από φυσικό πρόσωπο είναι κάτοικος και των δύο Συμβαλλόμενων Κρατών, τότε θα θεωρείται κάτοικος μόνο του Συμβαλλόμενου Κράτους στο οποίο βρίσκεται ο τόπος της πραγματικής διαχείρισής του.

 

Άρθρο 5

Μόνιμη εγκατάσταση

  1. Για τους σκοπούς της παρούσας Σύμβασης, ο όρος «μόνιμη εγκατάσταση» σημαίνει έναν σταθερό τόπο επιχειρηματικής δραστηριότητας μέσω του οποίου διεξάγονται οι εργασίες μιας επιχείρησης εν όλω ή εν μέρει.

 

  1. Ο όρος «μόνιμη εγκατάσταση» περιλαμβάνει ιδίως:

α) τόπος διαχείρισης·

β) ένα υποκατάστημα?

γ) ένα γραφείο·

δ) ένα εργοστάσιο·

ε) ένα εργαστήριο·

στ) εγκατάσταση ή κατασκευή για την εξερεύνηση φυσικών πόρων.

ζ) ορυχείο, πηγάδι πετρελαίου ή φυσικού αερίου, λατομείο ή οποιοδήποτε άλλο μέρος εξόρυξης φυσικών πόρων· και

η) αποθήκη ή άλλη δομή που χρησιμοποιείται ως σημείο πώλησης.

 

  1. Ο όρος «μόνιμη εγκατάσταση» περιλαμβάνει επίσης:

α) ένα εργοτάξιο, ένα έργο κατασκευής, συναρμολόγησης ή εγκατάστασης ή εποπτικές δραστηριότητες σε σχέση με αυτό, αλλά μόνο εάν ένα τέτοιο εργοτάξιο, έργο ή δραστηριότητες διαρκούν περισσότερο από δώδεκα μήνες·

β) η παροχή υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένων των συμβουλευτικών υπηρεσιών, από μια επιχείρηση μέσω εργαζομένων ή άλλου προσωπικού που απασχολείται από την επιχείρηση για τέτοιο σκοπό, αλλά μόνο εάν οι δραστηριότητες αυτής της φύσης συνεχίζονται (για το ίδιο ή συνδεδεμένο έργο) εντός ενός Συμβαλλόμενου Κράτους για περίοδο ή περιόδους που αθροίζονται περισσότερο από έξι μήνες σε οποιαδήποτε δωδεκάμηνη περίοδο.

 

  1. Με την επιφύλαξη των προηγούμενων διατάξεων του παρόντος άρθρου, ο όρος «μόνιμη εγκατάσταση» θεωρείται ότι δεν περιλαμβάνει:

 

α) τη χρήση εγκαταστάσεων αποκλειστικά για σκοπούς αποθήκευσης, έκθεσης ή παράδοσης αγαθών ή εμπορευμάτων που ανήκουν στην επιχείρηση·

β) τη διατήρηση αποθέματος αγαθών ή εμπορευμάτων που ανήκουν στην επιχείρηση αποκλειστικά για σκοπούς αποθήκευσης, έκθεσης ή παράδοσης·

γ) τη διατήρηση αποθέματος αγαθών ή εμπορευμάτων που ανήκουν στην επιχείρηση αποκλειστικά για σκοπούς επεξεργασίας από άλλη επιχείρηση·

δ) τη διατήρηση σταθερού τόπου επιχειρηματικής δραστηριότητας αποκλειστικά για το σκοπό της αγοράς αγαθών ή εμπορευμάτων ή για τη συλλογή πληροφοριών για την επιχείρηση·

ε) τη διατήρηση σταθερού τόπου επιχειρηματικής δραστηριότητας αποκλειστικά για τον σκοπό της άσκησης, για την επιχείρηση, οποιασδήποτε άλλης δραστηριότητας προπαρασκευαστικού ή βοηθητικού χαρακτήρα·

στ) τη διατήρηση σταθερού τόπου επιχειρηματικής δραστηριότητας αποκλειστικά για οποιονδήποτε συνδυασμό δραστηριοτήτων που αναφέρονται στα εδάφια α) έως ε), υπό τον όρο ότι η συνολική δραστηριότητα του καθορισμένου τόπου επιχειρηματικής δραστηριότητας που προκύπτει από τη συνένωση αυτή έχει προπαρασκευαστικό ή βοηθητικό χαρακτήρα.

 

  1. Ανεξάρτητα από τις διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του παρόντος άρθρου, όταν ένα πρόσωπο, εκτός από αντιπρόσωπο ανεξάρτητου καθεστώτος για το οποίο εφαρμόζεται η παράγραφος 6 του παρόντος άρθρου, ενεργεί για λογαριασμό μιας επιχείρησης και έχει, και ασκεί συνήθως, μια Συμβαλλόμενη Δηλώστε μια αρχή για τη σύναψη συμβάσεων για λογαριασμό της επιχείρησης ή διατηρεί απόθεμα αγαθών ή εμπορευμάτων που ανήκουν στην επιχείρηση, από την οποία πραγματοποιούνται τακτικές πωλήσεις τέτοιων αγαθών και εμπορευμάτων στο όνομα της επιχείρησης, η επιχείρηση αυτή θα θεωρείται ότι έχουν μόνιμη εγκατάσταση σε αυτό το Κράτος σε σχέση με οποιεσδήποτε δραστηριότητες που αναλαμβάνει αυτό το πρόσωπο για την επιχείρηση, εκτός εάν οι δραστηριότητες αυτού του προσώπου περιορίζονται σε εκείνες που αναφέρονται στην παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου, οι οποίες, εάν ασκηθούν μέσω καθορισμένου τόπου επιχειρηματικής δραστηριότητας, δεν θα οδηγούσαν σε αυτόν τον σταθερό τόπο επιχείρησης μόνιμη εγκατάσταση σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου αυτής.

 

  1. Μια επιχείρηση δεν θεωρείται ότι έχει μόνιμη εγκατάσταση σε ένα Συμβαλλόμενο Κράτος απλώς και μόνο επειδή ασκεί εργασίες σε αυτό το Κράτος μέσω μεσίτη, γενικού αντιπροσώπου προμήθειας ή οποιουδήποτε άλλου αντιπροσώπου ανεξάρτητου καθεστώτος, υπό την προϋπόθεση ότι τα πρόσωπα αυτά ενεργούν κατά τη συνήθη πορεία της επιχείρησής τους.

 

  1. Το γεγονός ότι μια εταιρεία που είναι κάτοικος ενός Συμβαλλόμενου Κράτους ελέγχει ή ελέγχεται από μια εταιρεία που είναι κάτοικος του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους ή η οποία ασκεί δραστηριότητες σε αυτό το άλλο Κράτος (είτε μέσω μόνιμης εγκατάστασης είτε με άλλο τρόπο), θα δεν αποτελεί από μόνη της καμία εταιρεία μόνιμη εγκατάσταση της άλλης.

 

Άρθρο 6

Εισόδημα από ακίνητη περιουσία

  1. Εισόδημα που αποκτάται από κάτοικο ενός Συμβαλλόμενου Κράτους από ακίνητη περιουσία (συμπεριλαμβανομένου του εισοδήματος από τη γεωργία ή τη δασοκομία) που βρίσκεται στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος μπορεί να φορολογείται σε αυτό το άλλο Κράτος.

 

  1. Ο όρος “ακίνητη περιουσία” θα έχει την έννοια που έχει σύμφωνα με το δίκαιο του Συμβαλλόμενου Κράτους στο οποίο βρίσκεται η εν λόγω περιουσία. Ο όρος θα περιλαμβάνει, σε κάθε περίπτωση, περιουσία που συνδέεται με ακίνητη περιουσία, ζώα και εξοπλισμό που χρησιμοποιούνται στη γεωργία και δασοκομία, δικαιώματα στα οποία εφαρμόζονται οι διατάξεις του γενικού δικαίου περί γαιοκτησίας, επικαρπία ακίνητης περιουσίας και δικαιώματα σε μεταβλητές ή πάγιες πληρωμές ως αντάλλαγμα για τη λειτουργία ή το δικαίωμα στην εργασία κοιτασμάτων ορυκτών, πηγών και άλλων φυσικών πόρων. Τα πλοία, τα σκάφη και τα αεροσκάφη δεν θεωρούνται ακίνητη περιουσία.

 

  1. Οι διατάξεις της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται στα εισοδήματα που προέρχονται από την άμεση χρήση, μίσθωση ή χρήση σε οποιαδήποτε άλλη μορφή ακίνητης περιουσίας.

 

  1. Οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 3 του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται επίσης στο εισόδημα από ακίνητη περιουσία μιας επιχείρησης και στο εισόδημα από ακίνητη περιουσία που χρησιμοποιείται για την παροχή ανεξάρτητων προσωπικών υπηρεσιών.

 

Άρθρο 7

Επιχειρηματικά κέρδη

  1. Τα κέρδη μιας επιχείρησης ενός Συμβαλλόμενου Κράτους φορολογούνται μόνο σε αυτό το Κράτος εκτός εάν η επιχείρηση διεξάγει εργασίες στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος μέσω μόνιμης εγκατάστασης που βρίσκεται εκεί. Εάν η επιχείρηση διεξάγει εργασίες όπως προαναφέρθηκε, τα κέρδη της επιχείρησης μπορούν να φορολογηθούν στο άλλο Κράτος αλλά μόνο όσο από αυτά αποδίδεται σε αυτή τη μόνιμη εγκατάσταση.

 

  1. Με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου, όταν επιχείρηση α Το Συμβαλλόμενο Κράτος διεξάγει εργασίες στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος μέσω μιας μόνιμης εγκατάστασης που βρίσκεται εκεί, σε κάθε Συμβαλλόμενο Κράτος θα αποδοθούν σε αυτή τη μόνιμη εγκατάσταση τα κέρδη που θα μπορούσε να αναμένεται να πραγματοποιήσει εάν ήταν μια ξεχωριστή και χωριστή επιχείρηση που ασχολείται με την ίδια ή παρόμοιες δραστηριότητες υπό τις ίδιες ή παρόμοιες συνθήκες και να συναλλάσσονται εντελώς ανεξάρτητα με την επιχείρηση της οποίας είναι μόνιμη εγκατάσταση.

 

  1. Κατά τον προσδιορισμό των κερδών μιας μόνιμης εγκατάστασης, επιτρέπονται ως εκπτώσεις οι δαπάνες που πραγματοποιούνται για τους σκοπούς της μόνιμης εγκατάστασης, συμπεριλαμβανομένων των εκτελεστικών και γενικών διοικητικών εξόδων που πραγματοποιήθηκαν, είτε στο κράτος στο οποίο βρίσκεται η μόνιμη εγκατάσταση είτε αλλού. Ωστόσο, καμία τέτοια έκπτωση δεν επιτρέπεται σε σχέση με ποσά, εάν υπάρχουν, που καταβάλλονται (εκτός από την επιστροφή των πραγματικών εξόδων) από τη μόνιμη εγκατάσταση στην επιχείρηση ή σε οποιοδήποτε από τα άλλα γραφεία της, ως δικαιώματα, αμοιβές ή άλλες παρόμοιες πληρωμές σε αντάλλαγμα για τη χρήση διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας ή άλλων δικαιωμάτων, ή μέσω προμήθειας, για συγκεκριμένες υπηρεσίες που παρέχονται ή για διαχείριση, ή, εκτός από την περίπτωση τραπεζικής επιχείρησης, με τόκους χρημάτων που δανείζονται στη μόνιμη εγκατάσταση από τον επιχείρηση.

 

  1. Στο βαθμό που συνηθίζεται σε ένα Συμβαλλόμενο Κράτος να καθορίζει, σύμφωνα με τη νομοθεσία του, τα κέρδη που πρέπει να αποδοθούν σε μια μόνιμη εγκατάσταση με βάση τον επιμερισμό των συνολικών κερδών της επιχείρησης στα διάφορα μέρη της, τίποτα στην παράγραφο 2 του το παρόν άρθρο αποκλείει αυτό το Συμβαλλόμενο Κράτος να καθορίσει τα κέρδη που θα φορολογηθούν με έναν τέτοιο επιμερισμό που μπορεί να συνηθίζεται. Ωστόσο, η μέθοδος κατανομής που υιοθετείται πρέπει να είναι τέτοια ώστε το αποτέλεσμα να είναι σύμφωνο με τις αρχές που περιέχονται στο παρόν άρθρο.

 

  1. Κανένα κέρδος δεν θα αποδίδεται σε μια μόνιμη εγκατάσταση λόγω απλής αγοράς από αυτή τη μόνιμη εγκατάσταση αγαθών ή εμπορευμάτων για την επιχείρηση.

 

  1. Για τους σκοπούς των προηγούμενων παραγράφων, τα κέρδη που αποδίδονται στη μόνιμη εγκατάσταση προσδιορίζονται με την ίδια μέθοδο κάθε χρόνο, εκτός εάν υπάρχει βάσιμος και επαρκής λόγος για το αντίθετο.

 

  1. Όταν τα κέρδη περιλαμβάνουν στοιχεία εισοδήματος που αντιμετωπίζονται χωριστά σε άλλα Άρθρα της παρούσας Σύμβασης, τότε οι διατάξεις αυτών των άρθρων δεν επηρεάζονται από τις διατάξεις του παρόντος άρθρου.

 

Άρθρο 8

Διεθνείς μεταφορές

  1. Τα κέρδη που προέρχονται από κάτοικο ενός Συμβαλλόμενου Κράτους από τη λειτουργία πλοίων, σκαφών ή αεροσκαφών σε διεθνείς μεταφορές φορολογούνται μόνο σε αυτό το Κράτος.

 

  1. Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, τα κέρδη από τη λειτουργία πλοίων ή αεροσκαφών σε διεθνείς μεταφορές περιλαμβάνουν:

α) εισόδημα από την ενοικίαση πλοίων ή αεροσκαφών σε βάση χωρίς σκάφος· και

β) κέρδη από τη χρήση, τη συντήρηση ή την ενοικίαση εμπορευματοκιβωτίων (συμπεριλαμβανομένων των ρυμουλκούμενων και του σχετικού εξοπλισμού για τη μεταφορά εμπορευματοκιβωτίων) που χρησιμοποιούνται για τη μεταφορά αγαθών ή εμπορευμάτων·

όταν αυτή η ενοικίαση ή τέτοια χρήση, συντήρηση ή μίσθωση, ανάλογα με την περίπτωση, είναι παρεμπίπτουσα με τη λειτουργία πλοίων ή αεροσκαφών σε διεθνείς μεταφορές.

 

  1. Όταν τα κέρδη σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου προέρχονται από κάτοικο ενός Συμβαλλόμενου Κράτους από συμμετοχή σε κοινοπραξία, κοινή επιχείρηση ή διεθνή οργανισμό λειτουργίας, τα κέρδη που αποδίδονται σε αυτόν τον κάτοικο φορολογούνται μόνο στο Συμβαλλόμενο Κράτος στο οποίο ανήκει. ένας κάτοικος.

 

Άρθρο 9

Συνδεδεμένες επιχειρήσεις

  1. Που:

α) μια επιχείρηση ενός Συμβαλλόμενου Κράτους συμμετέχει άμεσα ή έμμεσα στη διαχείριση, τον έλεγχο ή το κεφάλαιο μιας επιχείρησης του άλλου Συμβαλλόμενου

β) τα ίδια πρόσωπα συμμετέχουν άμεσα ή έμμεσα στη διαχείριση, τον έλεγχο ή το κεφάλαιο μιας επιχείρησης ενός Συμβαλλόμενου Κράτους και μιας επιχείρησης του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους, και σε κάθε περίπτωση τίθενται ή επιβάλλονται όροι μεταξύ των δύο επιχειρήσεων στο εμπορικό ή οικονομικό τους σχέσεις που διαφέρουν από εκείνες που θα πραγματοποιούνταν μεταξύ ανεξάρτητων επιχειρήσεων, τότε τυχόν κέρδη που, αλλά για αυτούς τους όρους, θα είχαν προκύψει σε μία από τις επιχειρήσεις, αλλά λόγω αυτών των συνθηκών δεν προέκυψαν, μπορούν να συμπεριληφθούν από ένα Συμβαλλόμενο Κράτος στα κέρδη αυτής της επιχείρησης και φορολογούνται αναλόγως.

 

  1. Όταν ένα Συμβαλλόμενο Κράτος περιλαμβάνει στα κέρδη μιας επιχείρησης αυτού του Κράτους -και φόρους αναλόγως- κέρδη στα οποία μια επιχείρηση του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους έχει φορολογηθεί σε αυτό το άλλο Κράτος και τα κέρδη που περιλαμβάνονται σε αυτό είναι κέρδη που θα είχαν προκύψει η επιχείρηση του πρώτου αναφερόμενου Κράτους, εάν οι συνθήκες που επιβλήθηκαν μεταξύ των δύο επιχειρήσεων ήταν αυτές που θα ήταν μεταξύ ανεξάρτητων επιχειρήσεων, τότε αυτό το άλλο Κράτος θα προβεί σε κατάλληλη προσαρμογή στο ποσό του φόρου που επιβαρύνει σε αυτά τα κέρδη. Κατά τον καθορισμό μιας τέτοιας προσαρμογής, θα ληφθούν δεόντως υπόψη οι άλλες διατάξεις της παρούσας Σύμβασης και οι αρμόδιες αρχές των Συμβαλλόμενων Κρατών θα διαβουλεύονται μεταξύ τους, εάν χρειαστεί.

 

Άρθρο 10

Μερίσματα

  1. Μερίσματα που καταβάλλονται από εταιρεία που είναι κάτοικος ενός Συμβαλλόμενου Κράτους σε κάτοικο του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους μπορούν να φορολογούνται σε αυτό το άλλο Κράτος.

 

  1. Ωστόσο, τα μερίσματα που καταβάλλονται από εταιρεία που είναι κάτοικος ενός Συμβαλλόμενου Κράτους μπορούν επίσης να φορολογούνται σε αυτό το Κράτος σύμφωνα με τους νόμους αυτού του Κράτους, αλλά εάν ο πραγματικός δικαιούχος των μερισμάτων είναι κάτοικος του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους, ο φόρος που χρεώνεται δεν υπερβαίνει:

α) 5 τοις εκατό του ακαθάριστου ποσού των μερισμάτων εάν ο πραγματικός δικαιούχος είναι εταιρεία (εκτός από εταιρική σχέση) που κατέχει άμεσα τουλάχιστον το 20 τοις εκατό του κεφαλαίου της εταιρείας που καταβάλλει τα μερίσματα·

β) 15 τοις εκατό του ακαθάριστου ποσού των μερισμάτων σε όλες τις άλλες περιπτώσεις. Η παρούσα παράγραφος δεν επηρεάζει τη φορολογία της εταιρείας σε σχέση με τα κέρδη από τα οποία καταβάλλονται τα μερίσματα.

 

  1. Ο όρος “μερίσματα” όπως χρησιμοποιείται στο παρόν άρθρο σημαίνει εισόδημα από μετοχές ή άλλα δικαιώματα, που δεν είναι απαιτήσεις από οφειλές, συμμετοχή στα κέρδη, καθώς και εισόδημα από άλλα εταιρικά δικαιώματα που υπόκεινται στην ίδια φορολογική μεταχείριση με εισόδημα από μετοχές από τη νομοθεσία του κράτους του οποίου η εταιρεία που κάνει τη διανομή είναι κάτοικος.

 

  1. Οι διατάξεις των παραγράφων 1, 2 και 3 του παρόντος άρθρου δεν εφαρμόζονται εάν ο πραγματικός δικαιούχος των μερισμάτων, που είναι κάτοικος ενός Συμβαλλόμενου Κράτους, ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος, κάτοικος του οποίου είναι η εταιρεία που καταβάλλει τα μερίσματα, μέσω μόνιμης εγκατάστασης που βρίσκεται εκεί ή παρέχει σε αυτό το άλλο Κράτος ανεξάρτητες προσωπικές υπηρεσίες από μια σταθερή βάση που βρίσκεται εκεί, και η συμμετοχή για την οποία καταβάλλονται τα μερίσματα συνδέεται ουσιαστικά με μια τέτοια μόνιμη εγκατάσταση ή σταθερή βάση. Σε τέτοια περίπτωση, εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 7 ή του άρθρου 14 της παρούσας σύμβασης, ανάλογα με την περίπτωση.

 

  1. Όταν μια εταιρεία που είναι κάτοικος ενός Συμβαλλόμενου Κράτους αποκτά κέρδη ή εισόδημα από το άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος, αυτό το άλλο Κράτος δεν μπορεί να επιβάλει κανένα φόρο στα μερίσματα που καταβάλλονται από την εταιρεία, εκτός εάν τα μερίσματα αυτά καταβάλλονται σε κάτοικο αυτού του άλλου κράτος ή στο βαθμό που η συμμετοχή για την οποία καταβάλλονται τα μερίσματα συνδέεται ουσιαστικά με μόνιμη εγκατάσταση ή σταθερή βάση που βρίσκεται σε αυτό το άλλο Κράτος, ούτε υπόκειται στις απαιτήσεις της εταιρείας

αδιανέμητα κέρδη σε φόρο επί των μη διανεμηθέντων κερδών της εταιρείας, ακόμη και αν τα καταβληθέντα μερίσματα ή τα αδιανείμετα κέρδη αποτελούνται εν όλω ή εν μέρει από κέρδη ή έσοδα που προκύπτουν σε αυτό το άλλο Κράτος.

 

Άρθρο 11

Ενδιαφέρον

  1. Τόκοι που προκύπτουν σε ένα Συμβαλλόμενο Κράτος και καταβάλλονται σε κάτοικο του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους μπορούν να φορολογούνται σε αυτό το άλλο Κράτος.

 

  1. Ωστόσο, οι τόκοι που προκύπτουν σε ένα Συμβαλλόμενο Κράτος μπορούν επίσης να φορολογηθούν σε αυτό το Κράτος σύμφωνα με τους νόμους αυτού του Κράτους, αλλά εάν ο πραγματικός δικαιούχος των τόκων είναι κάτοικος του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους, ο φόρος που επιβάλλεται με αυτόν τον τρόπο δεν θα υπερβαίνει:

α) 5 τοις εκατό του ακαθάριστου ποσού των τόκων, στην περίπτωση τόκων που προκύπτουν σε ένα Συμβαλλόμενο Κράτος και καταβάλλονται για οποιαδήποτε δάνεια οποιουδήποτε είδους χορηγούνται από τράπεζα ή άλλο χρηματοπιστωτικό ίδρυμα του άλλου Κράτους, συμπεριλαμβανομένων των επενδυτικών τραπεζών και των αποταμιευτικών τράπεζες?

β) 10 τοις εκατό του μεικτού ποσού των τόκων σε όλες τις άλλες περιπτώσεις.

 

  1. Ανεξάρτητα από τις διατάξεις της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, οι τόκοι που προκύπτουν σε ένα Συμβαλλόμενο Κράτος που καταβάλλονται σε κάτοικο του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους που είναι ο πραγματικός δικαιούχος, απαλλάσσονται από τον φόρο στο προαναφερόμενο Κράτος, εάν καταβλήθηκαν για δάνειο που χορηγείται, εγγυάται ή ασφαλίζεται ή σε σχέση με οποιαδήποτε άλλη απαίτηση χρέους ή πίστωση εγγυημένη ή ασφαλισμένη για λογαριασμό του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους από το εξουσιοδοτημένο όργανό του.

 

  1. Ο όρος «τόκοι» όπως χρησιμοποιείται στο παρόν άρθρο σημαίνει εισόδημα από απαιτήσεις κάθε είδους, έστω και με εξασφάλιση με υποθήκη και φέροντας ή όχι δικαίωμα συμμετοχής στα κέρδη του οφειλέτη, και ειδικότερα, εισόδημα από κρατικούς τίτλους και εισοδήματα από ομόλογα ή ομόλογα, συμπεριλαμβανομένων των ασφαλίστρων και των βραβείων που συνδέονται με τέτοιους τίτλους, ομόλογα ή ομόλογα.

 

  1. Οι διατάξεις των παραγράφων 1, 2 και 3 του παρόντος άρθρου δεν εφαρμόζονται εάν ο πραγματικός δικαιούχος των τόκων, που είναι κάτοικος ενός Συμβαλλόμενου Κράτους, ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος στο οποίο προκύπτουν οι τόκοι, μέσω μόνιμης εγκατάστασης βρίσκεται εκεί ή εκτελεί σε αυτό το άλλο Κράτος ανεξάρτητες προσωπικές υπηρεσίες από μια σταθερή βάση που βρίσκεται εκεί και η απαίτηση χρέους για την οποία καταβάλλονται οι τόκοι συνδέεται ουσιαστικά με μια τέτοια μόνιμη εγκατάσταση ή σταθερή βάση. Στην περίπτωση αυτή, εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 7 ή του άρθρου 14 της παρούσας σύμβασης, ανάλογα με την περίπτωση.

 

  1. Τόκοι θεωρείται ότι προκύπτουν σε ένα Συμβαλλόμενο Κράτος όταν ο πληρωτής είναι κάτοικος αυτού του Κράτους. Όταν, ωστόσο, το πρόσωπο που καταβάλλει τους τόκους, είτε είναι κάτοικος ενός Συμβαλλόμενου Κράτους είτε όχι, έχει σε ένα Συμβαλλόμενο Κράτος μόνιμη εγκατάσταση ή σταθερή βάση σε σχέση με την οποία γεννήθηκε το χρέος για το οποίο καταβάλλονται οι τόκοι, και οι τόκοι αυτοί βαρύνουν την εν λόγω μόνιμη εγκατάσταση ή σταθερή βάση, τότε οι τόκοι αυτοί βαρύνουν θεωρείται ότι προκύπτουν στο κράτος στο οποίο βρίσκεται η μόνιμη εγκατάσταση ή η σταθερή βάση.

 

  1. Όταν, λόγω ειδικής σχέσης μεταξύ του πληρωτή και του πραγματικού δικαιούχου ή μεταξύ των δύο αυτών και κάποιου άλλου προσώπου, το ποσό των τόκων, λαμβανομένης υπόψη της οφειλής για την οποία καταβάλλεται, υπερβαίνει το ποσό που θα είχε που έχει συμφωνηθεί από τον πληρωτή και τον πραγματικό δικαιούχο ελλείψει τέτοιας σχέσης, οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται μόνο στο τελευταίο ποσό. Στην περίπτωση αυτή, το υπερβάλλον μέρος των πληρωμών θα παραμένει φορολογητέο σύμφωνα με τη νομοθεσία κάθε Συμβαλλόμενου Κράτους, λαμβανομένων υπόψη των άλλων διατάξεων της παρούσας Σύμβασης.

 

Άρθρο 12

Δικαιώματα

  1. Δικαιώματα που προκύπτουν σε ένα Συμβαλλόμενο Κράτος και καταβάλλονται σε κάτοικο του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους μπορούν να φορολογούνται σε αυτό το άλλο Κράτος.

 

  1. Ωστόσο, τα δικαιώματα που προκύπτουν σε ένα Συμβαλλόμενο Κράτος μπορούν επίσης να φορολογούνται σε αυτό το κράτος σύμφωνα με τους νόμους αυτού του Κράτους, αλλά εάν ο πραγματικός δικαιούχος των δικαιωμάτων είναι κάτοικος του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους, ο φόρος που επιβάλλεται με αυτόν τον τρόπο δεν θα υπερβαίνει:

 

α) 5 τοις εκατό του ακαθάριστου ποσού των πληρωμών που αναφέρονται στο εδάφιο α’ της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου·

β) 10 τοις εκατό του ακαθάριστου ποσού των πληρωμών που αναφέρονται στο εδάφιο β’ της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου.

 

  1. Ο όρος “δικαιώματα” όπως χρησιμοποιείται στο παρόν άρθρο σημαίνει πληρωμές κάθε είδους που λαμβάνονται ως αντάλλαγμα για:

α) τη χρήση ή το δικαίωμα χρήσης οποιουδήποτε διπλώματος ευρεσιτεχνίας, εμπορικού σήματος, σχεδίου ή μοντέλου, σχεδίου, μυστικής φόρμουλας ή διαδικασίας ή για πληροφορίες (τεχνογνωσία) που αφορούν βιομηχανική, εμπορική ή επιστημονική εμπειρία·

β) τη χρήση ή το δικαίωμα χρήσης οποιουδήποτε δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας λογοτεχνικού, καλλιτεχνικού ή επιστημονικού έργου (συμπεριλαμβανομένων ταινιών κινηματογράφου και ταινιών ή κασετών για ραδιοφωνική ή τηλεοπτική μετάδοση).

 

  1. Οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του παρόντος άρθρου δεν εφαρμόζονται εάν ο πραγματικός δικαιούχος των δικαιωμάτων, που είναι κάτοικος ενός Συμβαλλόμενου Κράτους, ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος στο οποίο προκύπτουν τα δικαιώματα, μέσω μόνιμη εγκατάσταση που βρίσκεται εκεί ή εκτελεί σε αυτό το άλλο Κράτος ανεξάρτητες προσωπικές υπηρεσίες από μια σταθερή βάση που βρίσκεται εκεί και το δικαίωμα ή η περιουσία για την οποία καταβάλλονται τα δικαιώματα συνδέεται ουσιαστικά με μια τέτοια μόνιμη εγκατάσταση ή σταθερή βάση. Στην περίπτωση αυτή, εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 7 ή του άρθρου 14 της παρούσας σύμβασης, ανάλογα με την περίπτωση.

 

  1. Δικαιώματα θεωρούνται ότι προκύπτουν σε ένα Συμβαλλόμενο Κράτος όταν ο πληρωτής είναι κάτοικος αυτού του Κράτους. Όταν, ωστόσο, το πρόσωπο που καταβάλλει τα δικαιώματα, είτε είναι κάτοικος ενός Συμβαλλόμενου Κράτους είτε όχι, έχει σε ένα Συμβαλλόμενο Κράτος μόνιμη εγκατάσταση ή σταθερή βάση σε σχέση με την οποία προέκυψε το χρέος επί του οποίου καταβάλλονται τα δικαιώματα, και Αυτά τα δικαιώματα βαρύνουν τη μόνιμη εγκατάσταση ή τη σταθερή βάση, τότε αυτά τα δικαιώματα θεωρείται ότι προκύπτουν στο κράτος στο οποίο βρίσκεται η μόνιμη εγκατάσταση ή η σταθερή βάση.

 

  1. Όταν, λόγω ειδικής σχέσης μεταξύ του πληρωτή και του πραγματικού δικαιούχου ή μεταξύ των δύο αυτών και κάποιου άλλου προσώπου, το ποσό των δικαιωμάτων, λαμβανομένης υπόψη της χρήσης, του δικαιώματος ή των πληροφοριών για τις οποίες καταβάλλονται, υπερβαίνει, λόγο, το ποσό που θα είχε συμφωνηθεί από τον πληρωτή και τον πραγματικό δικαιούχο ελλείψει τέτοιας σχέσης, οι διατάξεις του παρόντος άρθρου ισχύουν μόνο για το τελευταίο ποσό. Στην περίπτωση αυτή, το υπερβάλλον μέρος των πληρωμών θα παραμένει φορολογητέο σύμφωνα με τη νομοθεσία κάθε Συμβαλλόμενου Κράτους, λαμβανομένων υπόψη των άλλων διατάξεων της παρούσας Σύμβασης.

 

Άρθρο 13

Κέρδη κεφαλαίου

  1. Κέρδη που αποκτάται από κάτοικο ενός Συμβαλλόμενου Κράτους από την εκποίηση ακίνητης περιουσίας που αναφέρεται στο Άρθρο 6 της παρούσας Σύμβασης και βρίσκεται στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος μπορεί να φορολογείται σε αυτό το άλλο Κράτος.

 

  1. Κέρδη που αποκτήθηκαν από κάτοικο ενός Συμβαλλόμενου Κράτους από την εκποίηση:

α) μετοχές, εκτός από μετοχές που είναι εισηγμένες σε εγκεκριμένο Χρηματιστήριο, που αντλούν την αξία τους ή το μεγαλύτερο μέρος της αξίας τους άμεσα ή έμμεσα από ακίνητη περιουσία που βρίσκεται στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος, ή

β) συμμετοχή σε εταιρική σχέση, τα περιουσιακά στοιχεία της οποίας αποτελούνται κυρίως από ακίνητη περιουσία που βρίσκεται στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος ή από μετοχές που αναφέρονται στην υποπαράγραφο α) ανωτέρω, μπορεί να φορολογηθεί σε αυτό το άλλο Κράτος.

 

  1. Κέρδη από την εκποίηση κινητής περιουσίας που αποτελεί μέρος της επιχειρηματικής περιουσίας μιας μόνιμης εγκατάστασης που έχει μια επιχείρηση ενός Συμβαλλόμενου Κράτους στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος ή κινητής περιουσίας που ανήκει σε σταθερή βάση διαθέσιμη σε κάτοικο ενός Συμβαλλόμενου Κράτους στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος με σκοπό την παροχή ανεξάρτητων προσωπικών υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένων τέτοια κέρδη από την αποξένωση μιας τέτοιας μόνιμης εγκατάστασης (μόνης ή με ολόκληρη την επιχείρηση) ή μιας τέτοιας σταθερής βάσης, μπορούν να φορολογηθούν σε αυτό το άλλο Κράτος.

 

  1. Κέρδη από την εκποίηση πλοίων, σκαφών ή αεροσκαφών που εκμεταλλεύονται σε διεθνείς μεταφορές από επιχείρηση ενός Συμβαλλόμενου Κράτους ή κινητής περιουσίας που σχετίζεται με τη λειτουργία τέτοιων πλοίων, σκαφών ή αεροσκαφών, φορολογούνται μόνο σε αυτό το Συμβαλλόμενο Κράτος.

 

  1. Τα κέρδη από την εκποίηση οποιασδήποτε περιουσίας εκτός από αυτή που αναφέρεται στις παραγράφους 1, 2, 3 και 4 του παρόντος άρθρου φορολογούνται μόνο στο Συμβαλλόμενο Κράτος του οποίου είναι κάτοικος ο εκποιητής.

 

Άρθρο 14

Ανεξάρτητες προσωπικές υπηρεσίες

  1. Εισόδημα που αποκτάται από κάτοικο ενός Συμβαλλόμενου Κράτους από επαγγελματικές υπηρεσίες ή άλλες δραστηριότητες ανεξάρτητου χαρακτήρα φορολογείται μόνο σε αυτό το Κράτος εκτός εάν έχει σταθερή βάση τακτικά στη διάθεσή του στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος για τους σκοπούς της άσκησης των δραστηριοτήτων του . Εάν έχει μια τέτοια σταθερή βάση, το εισόδημα μπορεί να φορολογηθεί στο άλλο Κράτος, αλλά μόνο όσο μέρος του αποδίδεται σε αυτή τη σταθερή βάση.

 

  1. Ο όρος «επαγγελματικές υπηρεσίες» περιλαμβάνει ιδιαίτερα ανεξάρτητες επιστημονικές, λογοτεχνικές, καλλιτεχνικές, εκπαιδευτικές ή διδακτικές δραστηριότητες καθώς και τις ανεξάρτητες δραστηριότητες ιατρών, δικηγόρων, μηχανικών, αρχιτεκτόνων, οδοντιάτρων και λογιστών.

 

Άρθρο 15

Εξαρτημένες προσωπικές υπηρεσίες

  1. Με την επιφύλαξη των διατάξεων των άρθρων 16, 18, 19 και 20 αυτής της Σύμβασης, μισθοί, ημερομίσθια και άλλες παρόμοιες αμοιβές που αποκτώνται από κάτοικο ενός Συμβαλλόμενου Κράτους για εργασία φορολογούνται μόνο σε αυτό το Κράτος, εκτός εάν η απασχόληση ασκείται σε το άλλο συμβαλλόμενο κράτος. Εάν η απασχόληση ασκείται κατ’ αυτόν τον τρόπο, η εν λόγω αμοιβή που προκύπτει από αυτήν μπορεί να φορολογείται σε αυτό το άλλο Κράτος.

 

  1. Ανεξάρτητα από τις διατάξεις της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, αμοιβή που αποκτάται από κάτοικο ενός Συμβαλλόμενου Κράτους για εργασία που ασκείται στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος φορολογείται μόνο στο πρώτο Κράτος εάν:

 

α) ο αποδέκτης είναι παρών στο άλλο Κράτος για περίοδο ή περιόδους που δεν υπερβαίνουν συνολικά τις 183 ημέρες σε οποιαδήποτε δωδεκάμηνη περίοδο που αρχίζει ή λήγει το οικείο ημερολογιακό έτος· και

β) η αμοιβή καταβάλλεται από, ή για λογαριασμό, εργοδότη που δεν είναι κάτοικος του άλλου Κράτους· και

γ) η αμοιβή δεν βαρύνει μόνιμη εγκατάσταση ή σταθερή βάση που έχει ο εργοδότης στο άλλο κράτος.

 

  1. Ανεξάρτητα από τις προηγούμενες διατάξεις του παρόντος άρθρου, η αμοιβή που προκύπτει για απασχόληση που ασκείται σε πλοίο, σκάφος ή αεροσκάφος που λειτουργεί σε διεθνείς μεταφορές, μπορεί να φορολογείται στο Συμβαλλόμενο Κράτος του οποίου είναι κάτοικος η επιχείρηση που εκμεταλλεύεται το πλοίο, το σκάφος ή το αεροσκάφος .

 

Άρθρο 16

Αμοιβή συμβούλων

Αμοιβές διευθυντών και άλλες παρόμοιες πληρωμές που προέρχονται από κάτοικος ενός Συμβαλλόμενου Κράτους υπό την ιδιότητά του ως μέλους του διοικητικού συμβουλίου ή οποιουδήποτε άλλου παρόμοιου οργάνου εταιρείας που είναι κάτοικος του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους μπορεί να φορολογούνται σε αυτό το άλλο Κράτος .

 

Άρθρο 17

Καλλιτέχνες και αθλητές

  1. Ανεξάρτητα από τις διατάξεις των άρθρων 14 και 15 της παρούσας σύμβασης, εισόδημα που αποκτάται από κάτοικο ενός Συμβαλλόμενου Κράτους ως διασκεδαστής, όπως καλλιτέχνης θεάτρου, κινηματογράφου, ραδιοφώνου ή τηλεόρασης, ή μουσικός ή ως αθλητής, από τα προσωπικά του οι δραστηριότητες αυτές καθαυτές που ασκούνται στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος, μπορούν να φορολογηθούν σε αυτό το άλλο Κράτος.

 

  1. Όταν το εισόδημα από προσωπικές δραστηριότητες που ασκεί ένας διασκεδαστής ή ένας αθλητής υπό την ιδιότητά του δεν περιέρχεται στον ίδιο τον ψυχαγωγό ή τον αθλητή αλλά σε άλλο πρόσωπο, το εισόδημα αυτό μπορεί, με την επιφύλαξη των διατάξεων των άρθρων 7, 14 και 15 της παρούσας σύμβασης, φορολογούνται στο Συμβαλλόμενο Κράτος στο οποίο ασκούνται οι δραστηριότητες του καλλιτέχνη ή του αθλητή.

 

  1. Ανεξάρτητα από τις διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του παρόντος άρθρου, το εισόδημα που αναφέρεται στο παρόν άρθρο απαλλάσσεται από τον φόρο στο Συμβαλλόμενο Κράτος στο οποίο ασκούνται οι δραστηριότητες του καλλιτέχνη ή του αθλητή, εάν οι δραστηριότητες αυτές χρηματοδοτούνται ουσιαστικά από τους δημόσιους πόρους του ένα ή και τα δύο Συμβαλλόμενα Κράτη, ή διεξάγονται βάσει συμφωνίας πολιτιστικής συνεργασίας μεταξύ των συμβαλλόμενων κρατών.

 

Άρθρο 18

συντάξεις

  1. Με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 2 του άρθρου 19 της παρούσας Σύμβασης, οι συντάξεις και άλλες παρόμοιες αμοιβές που καταβάλλονται σε κάτοικο ενός Συμβαλλόμενου Κράτους έναντι προηγούμενης απασχόλησης φορολογούνται μόνο σε αυτό το Κράτος.

 

  1. Ανεξάρτητα από τις διατάξεις της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, οι συντάξεις και οι πληρωμές που πραγματοποιούνται βάσει της νομοθεσίας κοινωνικής ασφάλισης ή βάσει Κρατικού Συνταξιοδοτικού Προγράμματος ενός Συμβαλλόμενου Κράτους, φορολογούνται μόνο σε αυτό το Κράτος.

 

Άρθρο 19

Κυβερνητική υπηρεσία

  1. α) Αμοιβές, πλην της σύνταξης, που καταβάλλονται από ένα Συμβαλλόμενο Κράτος ή πολιτική υποδιαίρεση ή τοπική αρχή αυτού σε φυσικό πρόσωπο για υπηρεσίες που παρέχονται σε αυτό το Κράτος ή υποδιαίρεση ή αρχή φορολογούνται μόνο σε αυτό το Κράτος.

β) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις της υποπαραγράφου α) της παρούσας παραγράφου, αυτή η αμοιβή φορολογείται μόνο στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος εάν οι υπηρεσίες παρέχονται σε αυτό το Κράτος και το φυσικό πρόσωπο είναι κάτοικος αυτού του Κράτους το οποίο:

(i) είναι υπήκοος αυτού του Κράτους· ή

(ii) δεν έγινε κάτοικος αυτού του Κράτους αποκλειστικά και μόνο για τον σκοπό της παροχής των υπηρεσιών.

  1. α) Οποιαδήποτε σύνταξη που καταβάλλεται από ή από ταμεία που δημιουργούνται από ένα Συμβαλλόμενο Κράτος ή πολιτική υποδιαίρεση ή τοπική αρχή αυτού σε φυσικό πρόσωπο για υπηρεσίες που παρέχονται σε αυτό το Κράτος ή υποδιαίρεση ή αρχή φορολογείται μόνο σε αυτό το Κράτος.

β) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις της υποπαραγράφου α) αυτής της παραγράφου, αυτή η σύνταξη φορολογείται μόνο στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος εάν το φυσικό πρόσωπο είναι κάτοικος και υπήκοος αυτού του Κράτους.

 

  1. Οι διατάξεις των άρθρων 15, 16, 17 και 18 της παρούσας Σύμβασης εφαρμόζονται σε αμοιβές και συντάξεις για υπηρεσίες που παρέχονται σε σχέση με επιχείρηση που διεξάγεται από ένα Συμβαλλόμενο Κράτος ή πολιτική υποδιαίρεση ή τοπική αρχή αυτού.

 

Άρθρο 20

Φοιτητές

  1. Πληρωμές που λαμβάνει φοιτητής ή μαθητευόμενος επιχείρηση που είναι ή ήταν αμέσως πριν επισκεφτεί ένα Συμβαλλόμενο Κράτος κάτοικος του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους και ο οποίος είναι παρών στο προαναφερθέν Κράτος αποκλειστικά για τους σκοπούς της εκπαίδευσης ή της κατάρτισής του για τους σκοπούς της συντήρησής του , η εκπαίδευση ή η κατάρτιση δεν φορολογούνται στο προαναφερόμενο Κράτος, υπό την προϋπόθεση ότι οι πληρωμές αυτές προέρχονται από πηγές εκτός αυτού του Κράτους.

 

  1. Το εισόδημα που λαμβάνει ένας μαθητής ή μαθητευόμενος για τις δραστηριότητές του στο Συμβαλλόμενο Κράτος στο οποίο είναι παρών αποκλειστικά για τους σκοπούς της εκπαίδευσης ή της εκπαίδευσής του δεν φορολογείται σε αυτό το Κράτος. Αυτή η εξαίρεση ισχύει μόνο για χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει τα δύο έτη από την ημερομηνία άφιξης για πρώτη φορά στο Κράτος αυτό για τους σκοπούς της εκπαίδευσης ή της κατάρτισής του.

 

Άρθρο 21

Αλλο εισόδημα

  1. Στοιχεία εισοδήματος κατοίκου ενός Συμβαλλόμενου Κράτους, οπουδήποτε και αν προκύπτουν, που δεν αναφέρονται στα προηγούμενα Άρθρα αυτής της Σύμβασης, φορολογούνται μόνο στο προαναφερόμενο Κράτος.

 

  1. Οι διατάξεις της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου δεν εφαρμόζονται στο εισόδημα, εκτός από το εισόδημα από ακίνητη περιουσία όπως ορίζεται στην παράγραφο 2 του άρθρου 6 της παρούσας Σύμβασης, εάν ο αποδέκτης αυτού του εισοδήματος, όντας κάτοικος ενός Συμβαλλόμενου Κράτους, ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος μέσω μόνιμης εγκατάστασης που βρίσκεται σε αυτό ή παρέχει σε αυτό το άλλο Κράτος ανεξάρτητες προσωπικές υπηρεσίες από μια σταθερή βάση που βρίσκεται σε αυτό, και το δικαίωμα ή η περιουσία για την οποία καταβάλλεται το εισόδημα συνδέεται ουσιαστικά με αυτή τη μόνιμη εγκατάσταση ή βάση. Στην περίπτωση αυτή, εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 7 ή του άρθρου 14 της παρούσας σύμβασης, ανάλογα με την περίπτωση.

 

Άρθρο 22

Κεφάλαιο

  1. Κεφάλαιο που αντιπροσωπεύεται από ακίνητη περιουσία που αναφέρεται στο Άρθρο 6 της παρούσας Σύμβασης, που ανήκει σε κάτοικο ενός Συμβαλλόμενου Κράτους και βρίσκεται στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος, μπορεί να φορολογείται σε αυτό το άλλο Κράτος.

 

  1. Κεφάλαιο που αντιπροσωπεύεται από κινητή περιουσία που αποτελεί μέρος της επιχειρηματικής περιουσίας μιας μόνιμης εγκατάστασης που έχει μια επιχείρηση ενός Συμβαλλόμενου Κράτους στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος ή από κινητή περιουσία που ανήκει σε σταθερή βάση διαθέσιμη σε κάτοικο ενός Συμβαλλόμενου Κράτους στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος για σκοπούς παροχής ανεξάρτητων προσωπικών υπηρεσιών, μπορεί να φορολογηθεί σε αυτό το άλλο Κράτος.

 

  1. Κεφάλαιο που αντιπροσωπεύεται από πλοία, σκάφη και αεροσκάφη που εκμεταλλεύεται επιχείρηση ενός Συμβαλλόμενου Κράτους στις διεθνείς μεταφορές, και από κινητή περιουσία που σχετίζεται με τη λειτουργία τέτοιων πλοίων, σκαφών και αεροσκαφών, φορολογείται μόνο σε αυτό το Συμβαλλόμενο Κράτος.

 

  1. Όλα τα άλλα στοιχεία του κεφαλαίου ενός κατοίκου ενός Συμβαλλόμενου Κράτους φορολογούνται μόνο σε αυτό το Κράτος.

 

Άρθρο 23

Κατάργηση της διπλής φορολογίας

  1. Με την επιφύλαξη των διατάξεων της νομοθεσίας της Ουκρανίας σχετικά με την εξάλειψη του διπλή φορολογία (η οποία δεν επηρεάζει τη γενική αρχή του παρόντος), ο φόρος του Λουξεμβούργου που καταβάλλεται σύμφωνα με τη νομοθεσία του Λουξεμβούργου και σύμφωνα με την παρούσα Σύμβαση για κέρδη, εισοδήματα από πηγές εντός ή χρεώσιμο κεφάλαιο που βρίσκεται στο Λουξεμβούργο επιτρέπεται ως πίστωση έναντι οποιουδήποτε ουκρανικού φόρου υπολογίζεται με αναφορά στα ίδια κέρδη, εισόδημα ή κεφάλαιο στα οποία το Καταβάλλεται φόρος Λουξεμβούργου.

 

  1. Με την επιφύλαξη των διατάξεων της νομοθεσίας του Λουξεμβούργου σχετικά με την εξάλειψη της διπλής φορολογίας (η οποία δεν επηρεάζει τη γενική αρχή του παρόντος), η διπλή φορολογία καταργείται στο Λουξεμβούργο ως εξής:

α) Όταν ένας κάτοικος Λουξεμβούργου αποκτά εισόδημα ή κατέχει κεφάλαιο το οποίο, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας Σύμβασης μπορεί να φορολογηθεί στην Ουκρανία, το Λουξεμβούργο, με την επιφύλαξη των διατάξεων των υποπαραγράφων β) και γ), απαλλάσσει το εν λόγω εισόδημα ή κεφάλαιο από φόρο.

β) Όταν ένας κάτοικος Λουξεμβούργου αποκτά εισόδημα το οποίο, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 10, 11 και 12 της παρούσας σύμβασης μπορεί να φορολογηθεί στην Ουκρανία, το Λουξεμβούργο επιτρέπει ως έκπτωση από τον φόρο επί του εισοδήματος αυτού του κατοίκου ένα ποσό ίσο στον φόρο που καταβάλλεται στην Ουκρανία.

γ) Όταν μια εταιρεία που είναι κάτοικος Λουξεμβούργου αντλεί μερίσματα από ουκρανικές πηγές, το Λουξεμβούργο απαλλάσσει αυτά τα μερίσματα από φόρο, υπό την προϋπόθεση ότι η εταιρεία που είναι κάτοικος Λουξεμβούργου κατέχει από την αρχή της λογιστικής της χρήσης άμεσα τουλάχιστον 10 τοις εκατό του κεφάλαιο της εταιρείας που καταβάλλει τα μερίσματα και εάν αυτή η εταιρεία υπόκειται στην Ουκρανία σε φόρο εισοδήματος που αντιστοιχεί στον εταιρικό φόρο του Λουξεμβούργου. Οι προαναφερόμενες μετοχές της ουκρανικής εταιρείας απαλλάσσονται, υπό τους ίδιους όρους, από τον κεφαλαιουχικό φόρο του Λουξεμβούργου.

 

  1. Οι εκπτώσεις που προβλέπονται σε ένα Συμβαλλόμενο Κράτος σύμφωνα με την παράγραφο 1 ή το εδάφιο β) της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, σε κάθε περίπτωση, δεν υπερβαίνουν το μέρος του φόρου εισοδήματος ή του φόρου κεφαλαίου, όπως υπολογίζεται πριν από τη χορήγηση της έκπτωσης, το οποίο αποδίδεται, ανάλογα με την περίπτωση, στο εισόδημα ή το κεφάλαιο που μπορεί να φορολογηθεί σε αυτό το Κράτος.

 

  1. Όταν σύμφωνα με οποιαδήποτε διάταξη της Σύμβασης το εισόδημα που αποκτάται ή το κεφάλαιο που ανήκει σε κάτοικο ενός Συμβαλλόμενου Κράτους απαλλάσσεται από τον φόρο σε αυτό το Κράτος, αυτό το Κράτος μπορεί ωστόσο, κατά τον υπολογισμό του ποσού του φόρου επί του υπολειπόμενου εισοδήματος ή κεφαλαίου αυτού του κατοίκου, λαμβάνουν υπόψη το απαλλασσόμενο εισόδημα ή κεφάλαιο.

 

  1. Για τους σκοπούς των παραγράφων 1 και 2 του παρόντος άρθρου, τα κέρδη, το εισόδημα και τα κέρδη κεφαλαίου που αποκτώνται από κάτοικο ενός Συμβαλλόμενου Κράτους και τα οποία μπορούν να φορολογηθούν στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος σύμφωνα με την παρούσα Σύμβαση, θεωρούνται ότι προκύπτουν από πηγές σε αυτό το άλλο συμβαλλόμενο κράτος.

 

Άρθρο 24

Μη διάκριση

  1. Οι υπήκοοι ενός Συμβαλλόμενου Κράτους δεν υπόκεινται στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος σε καμία φορολογία ή απαίτηση σχετική με αυτήν, η οποία είναι άλλη ή πιο επαχθής από τη φορολογία και τις σχετικές απαιτήσεις στις οποίες οι υπήκοοι αυτού του άλλου Κράτους υπό τις ίδιες συνθήκες, ιδίως με ως προς την κατοικία, υπόκεινται ή ενδέχεται να υπόκεινται. Η διάταξη αυτή, με την επιφύλαξη των διατάξεων του Άρθρου 1 της παρούσας Σύμβασης, εφαρμόζεται επίσης σε πρόσωπα που δεν είναι κάτοικοι ενός ή και των δύο Συμβαλλόμενων Κρατών.

 

  1. Οι απάτριδες που είναι κάτοικοι ενός Συμβαλλόμενου Κράτους δεν υπόκεινται σε κανένα Συμβαλλόμενο Κράτος σε καμία φορολογία ή απαίτηση σχετική με αυτό, η οποία είναι άλλη ή πιο επαχθής από τη φορολογία και τις συναφείς απαιτήσεις στις οποίες υπόκεινται οι υπήκοοι του ενδιαφερόμενου Κράτους στις ίδιες συνθήκες. ή μπορεί να υποβληθεί.

 

  1. Η φορολογία σε μόνιμη εγκατάσταση που έχει μια επιχείρηση ενός Συμβαλλόμενου Κράτους στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος δεν θα επιβάλλεται λιγότερο ευνοϊκά σε αυτό το άλλο Κράτος από τη φορολογία που επιβάλλεται σε επιχειρήσεις αυτού του άλλου Κράτους που ασκούν τις ίδιες δραστηριότητες.

 

  1. Εκτός εάν εφαρμόζονται οι διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 9, παράγραφος 7 του άρθρου 11, ή η παράγραφος 6 του άρθρου 12 της παρούσας σύμβασης, τόκοι, δικαιώματα και άλλες εκταμιεύσεις που καταβάλλονται από επιχείρηση ενός Συμβαλλόμενου Κράτους σε κάτοικο του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους Για τον προσδιορισμό των φορολογητέων κερδών μιας τέτοιας επιχείρησης, θα εκπίπτουν υπό τους ίδιους όρους όπως εάν είχαν καταβληθεί σε κάτοικο του πρώτου αναφερόμενου Κράτους. Ομοίως, τυχόν χρέη μιας επιχείρησης ενός Συμβαλλόμενου Κράτους σε κάτοικο του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους θα εκπίπτουν, για τον προσδιορισμό του φορολογητέου κεφαλαίου αυτής της επιχείρησης, υπό τους ίδιους όρους όπως αν είχαν συναφθεί με σύμβαση με κάτοικο της πρώτο αναφερόμενο κράτος.

 

  1. Επιχειρήσεις ενός Συμβαλλόμενου Κράτους, το κεφάλαιο του οποίου ανήκει εξ ολοκλήρου ή εν μέρει ή ελέγχεται, άμεσα ή έμμεσα, από έναν ή περισσότερους κατοίκους του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους, δεν θα υπόκεινται στο πρώτο αναφερόμενο Κράτος σε καμία φορολογία ή οποιαδήποτε σχετική απαίτηση με αυτό το οποίο είναι άλλο ή πιο επαχθές από τη φορολογία και τις σχετικές απαιτήσεις στις οποίες υπόκεινται ή ενδέχεται να υπόκεινται άλλες παρόμοιες επιχειρήσεις του πρώτου αναφερόμενου Κράτους.

 

  1. Τίποτα που περιέχεται σε αυτό το άρθρο δεν θα ερμηνευθεί ότι υποχρεώνει οποιοδήποτε Συμβαλλόμενο Κράτος να χορηγεί σε άτομα που δεν κατοικούν σε αυτό το Κράτος οποιεσδήποτε προσωπικές παροχές, ελαφρύνσεις και μειώσεις για φορολογικούς σκοπούς λόγω προσωπικής κατάστασης ή οικογενειακών υποχρεώσεων που χορηγεί στους κατοίκους του ή σε οποιοδήποτε τα προσωπικά επιδόματα, ελαφρύνσεις και μειώσεις για φορολογικούς σκοπούς που χορηγούνται σε φυσικά πρόσωπα που κατοικούν έτσι σύμφωνα με τα κριτήρια που δεν περιλαμβάνονται στη γενική φορολογική νομοθεσία.

 

  1. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 2, για φόρους κάθε είδους και ονομασίας.

 

Άρθρο 25

Διαδικασία αμοιβαίας συμφωνίας

  1. Όταν ένας κάτοικος ενός Συμβαλλόμενου Κράτους θεωρεί ότι οι ενέργειες του ενός ή και των δύο Συμβαλλόμενων Κρατών έχουν ως αποτέλεσμα ή θα οδηγήσουν σε φορολογία που δεν είναι σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας Σύμβασης, μπορεί, ανεξάρτητα από τα ένδικα μέσα που προβλέπονται από το εσωτερικό δίκαιο αυτών των Τα κράτη, παρουσιάζουν την υπόθεσή του στην αρμόδια αρχή του Συμβαλλόμενου Κράτους του οποίου είναι κάτοικος ή, εάν η περίπτωσή του εμπίπτει στην παράγραφο 1 του άρθρου 24 της παρούσας Σύμβασης, σε αυτήν του Συμβαλλόμενου Κράτους του οποίου είναι υπήκοος.]

Η υπόθεση πρέπει να παρουσιαστεί εντός τριών ετών από την πρώτη κοινοποίηση της ενέργειας που οδηγεί σε φορολογία που δεν είναι σύμφωνη με τις διατάξεις της παρούσας Σύμβασης.

 

  1. Η αρμόδια αρχή θα προσπαθήσει, εάν η ένσταση της φαίνεται δικαιολογημένη και εάν η ίδια δεν είναι σε θέση να καταλήξει σε ικανοποιητική λύση, να επιλύσει την υπόθεση με αμοιβαία συμφωνία με την αρμόδια αρχή του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους, με σκοπό να η φορολόγηση που δεν είναι σύμφωνη με τη Σύμβαση. Οποιαδήποτε συμφωνία επιτυγχάνεται θα εφαρμόζεται ανεξάρτητα από τυχόν χρονικά όρια στο εσωτερικό δίκαιο των Συμβαλλόμενων Κρατών.

 

  1. Οι αρμόδιες αρχές των Συμβαλλόμενων Κρατών θα προσπαθήσουν να επιλύσουν με αμοιβαία συμφωνία οποιεσδήποτε δυσκολίες ή αμφιβολίες προκύψουν ως προς την ερμηνεία ή την εφαρμογή της Σύμβασης.

 

  1. Οι αρμόδιες αρχές των Συμβαλλόμενων Κρατών μπορούν να επικοινωνούν μεταξύ τους απευθείας για το σκοπό της επίτευξης συμφωνίας κατά την έννοια των προηγούμενων παραγράφων.

 

Άρθρο 26

Ανταλλαγή πληροφοριών

  1. Οι αρμόδιες αρχές των Συμβαλλόμενων Κρατών θα ανταλλάσσουν τις πληροφορίες που προβλέπονται για την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας Σύμβασης ή για τη διαχείριση ή επιβολή των εσωτερικών νόμων σχετικά με φόρους κάθε είδους και περιγραφής που επιβάλλονται για λογαριασμό των Συμβαλλόμενων Κρατών ή των πολιτικές υποδιαιρέσεις ή τοπικές αρχές, εφόσον η φορολογία βάσει αυτών δεν είναι αντίθετη με τη Σύμβαση. Η ανταλλαγή πληροφοριών δεν περιορίζεται από τα άρθρα 1 και 2.

 

  1. Οποιαδήποτε πληροφορία που λαμβάνεται σύμφωνα με την παράγραφο 1 από ένα Συμβαλλόμενο Κράτος θα αντιμετωπίζεται ως απόρρητη κατά τον ίδιο τρόπο όπως και η πληροφορία που αποκτάται σύμφωνα με την εσωτερική νομοθεσία αυτού του Κράτους και θα αποκαλύπτεται μόνο σε πρόσωπα ή αρχές (συμπεριλαμβανομένων των δικαστηρίων και των διοικητικών οργάνων) που εμπλέκονται στην αξιολόγηση ή είσπραξη, εκτέλεση ή δίωξη σε σχέση με, τον καθορισμό προσφυγών σε σχέση με τους φόρους που αναφέρονται στην παράγραφο 1 ή την επίβλεψη τα παραπάνω. Αυτά τα πρόσωπα ή αρχές θα χρησιμοποιούν τις πληροφορίες μόνο για τέτοιους σκοπούς. Μπορούν να αποκαλύπτουν τις πληροφορίες σε δημόσιες δικαστικές διαδικασίες ή σε δικαστικές αποφάσεις. Ανεξάρτητα από τα προαναφερθέντα, οι πληροφορίες που λαμβάνονται από ένα Συμβαλλόμενο Κράτος μπορούν να χρησιμοποιηθούν για άλλους σκοπούς όταν αυτές οι πληροφορίες μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τέτοιους άλλους σκοπούς σύμφωνα με τη νομοθεσία και των δύο Κρατών και η αρμόδια αρχή του κράτους παροχής επιτρέπει τη χρήση αυτή.

 

  1. Σε καμία περίπτωση οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 δεν ερμηνεύονται έτσι ώστε να επιβάλλουν σε ένα Συμβαλλόμενο Κράτος την υποχρέωση:

α) να λαμβάνει διοικητικά μέτρα αντίθετα με τους νόμους και τη διοικητική πρακτική αυτού ή του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους·

β) να παρέχει πληροφορίες που δεν είναι δυνατόν να ληφθούν σύμφωνα με τους νόμους ή κατά τη συνήθη πορεία της διοίκησης αυτού ή του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους·

γ) να παρέχει πληροφορίες που θα αποκάλυπταν οποιοδήποτε εμπορικό, επιχειρηματικό, βιομηχανικό, εμπορικό ή επαγγελματικό απόρρητο ή εμπορική διαδικασία ή πληροφορίες των οποίων η αποκάλυψη θα ήταν αντίθετη με τη δημόσια τάξη (διαταγή δημόσιας).

 

  1. Εάν ζητηθούν πληροφορίες από ένα Συμβαλλόμενο Κράτος σύμφωνα με το παρόν Άρθρο, το άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος θα χρησιμοποιήσει τα μέτρα συλλογής πληροφοριών του για να λάβει τις ζητούμενες πληροφορίες, ακόμα κι αν το άλλο Κράτος μπορεί να μην χρειάζεται αυτές τις πληροφορίες για δικούς του φορολογικούς σκοπούς. Η υποχρέωση που περιέχεται στην προηγούμενη πρόταση υπόκειται στους περιορισμούς της παραγράφου 3, αλλά σε καμία περίπτωση αυτοί οι περιορισμοί δεν θα ερμηνευθούν ότι επιτρέπουν σε ένα Συμβαλλόμενο Κράτος να αρνηθεί να παράσχει πληροφορίες μόνο και μόνο επειδή δεν έχει εγχώριο συμφέρον σε τέτοιες πληροφορίες.

 

  1. Σε καμία περίπτωση οι διατάξεις της παραγράφου 3 δεν μπορούν να ερμηνευθούν ότι επιτρέπουν σε ένα Συμβαλλόμενο Κράτος να αρνηθεί να παράσχει πληροφορίες μόνο και μόνο επειδή οι πληροφορίες κατέχονται από τράπεζα, άλλο χρηματοπιστωτικό ίδρυμα, εξουσιοδοτημένο ή πρόσωπο που ενεργεί υπό την ιδιότητα του πρακτορείου ή καταπιστευματοδόχου ή επειδή σχετίζονται στα συμφέροντα ιδιοκτησίας ενός ατόμου.

 

Άρθρο 27

Μέλη διπλωματικών ή μόνιμων αποστολών και προξενικών αρχών

Τίποτα σε αυτή τη Σύμβαση δεν επηρεάζει τα φορολογικά προνόμια που παρέχονται στα μέλη διπλωματικών ή μόνιμων αποστολών ή προξενικών αρχών σύμφωνα με τους γενικούς κανόνες του διεθνούς δικαίου ή βάσει των διατάξεων ειδικών συμφωνιών.

 

Άρθρο 28

Εναρξη ισχύος

Καθένα από τα Συμβαλλόμενα Κράτη θα κοινοποιήσει στο άλλο, μέσω της διπλωματικής οδού, την ολοκλήρωση των διαδικασιών που απαιτούνται από το εσωτερικό του δίκαιο για τη θέση σε ισχύ της παρούσας Σύμβασης. Η παρούσα Σύμβαση θα τεθεί σε ισχύ την ημερομηνία της μεταγενέστερης από αυτές τις κοινοποιήσεις και στη συνέχεια θα παράγει αποτελέσματα:

α) σε σχέση με φόρους που παρακρατούνται στην πηγή, σε εισόδημα που αποκτάται την ή μετά την 1η Ιανουαρίου του ημερολογιακού έτους που ακολουθεί το έτος κατά το οποίο τίθεται σε ισχύ η Σύμβαση·

β) όσον αφορά άλλους φόρους εισοδήματος και φόρους κεφαλαίου, σε φόρους που επιβάλλονται για οποιοδήποτε φορολογητέο έτος που αρχίζει την ή μετά την 1η Ιανουαρίου του ημερολογιακού έτους που ακολουθεί το έτος κατά το οποίο τίθεται σε ισχύ η Σύμβαση.

 

Άρθρο 29

Λήξη

Η παρούσα Σύμβαση θα παραμείνει σε ισχύ έως ότου καταγγελθεί από ένα από τα Συμβαλλόμενα Κράτη. Οποιοδήποτε Συμβαλλόμενο Κράτος μπορεί να καταγγείλει τη Σύμβαση, μέσω της διπλωματικής οδού, με κοινοποίηση καταγγελίας τουλάχιστον έξι μήνες πριν από το τέλος οποιουδήποτε ημερολογιακού έτους που αρχίζει μετά τη λήξη πέντε ετών από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της Σύμβασης.Σε τέτοια περίπτωση , η Σύμβαση παύει να ισχύει:

 

α) όσον αφορά τους φόρους που παρακρατούνται στην πηγή, στα εισοδήματα που προέρχονται την ή μετά την 1η Ιανουαρίου του ημερολογιακού έτους που ακολουθεί το έτος κατά το οποίο δόθηκε η ειδοποίηση·

β) όσον αφορά άλλους φόρους εισοδήματος και φόρους κεφαλαίου, σε φόρους που επιβάλλονται για οποιοδήποτε φορολογητέο έτος που αρχίζει την ή μετά την 1η Ιανουαρίου του ημερολογιακού έτους που ακολουθεί το έτος κατά το οποίο δόθηκε η ειδοποίηση.

 

Θέλετε να μάθετε περισσότερα για το ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ με τον Damalion;

Η Damalion σας προσφέρει εξατομικευμένες συμβουλές από άμεσα επιχειρησιακούς ειδικούς στους τομείς που προκαλούν την επιχείρησή σας.
Σας συμβουλεύουμε να παρέχετε πληροφορίες όσο το δυνατόν καλύτερα, ώστε να μπορέσουμε να ικανοποιήσουμε τη ζήτησή σας και να επιστρέψουμε σε εσάς εντός των επόμενων 8 ωρών.